Τις τελευταίες μέρες εξελίσσεται μία πολύ ενδιαφέρουσα θεωρητική αντιπαράθεση ανάμεσα στον Steve Keen (έναν εξαιρετικό Post-Keynesian economist, ο οποίος ήταν από τους λίγους που προέβλεψαν την πιστωτική κρίση και μοντελοποιεί την οικονομία δίνοντας καίρια σημασία στα επίπεδα του χρέους) και τον (πολύ γνωστό) Paul Krugman με θέμα τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες δημιουργούν δάνεια.

Ο Krugman παρουσιάζει μία απόλυτα νεο-κλασσική θεώρηση του τραπεζικού τομέα (συνήθως τα νεο-κλασσικά μοντέλα της οικονομίας δεν περιλαμβάνουν τραπεζικό τομέα και μερικές φορές ούτε χρήμα) όπου οι τράπεζες λειτουργούν καθαρά ώς ενδιάμεσοι. Προσφέρουν δάνεια μόνο εφόσον διαθέτουν αντίστοιχη κατάθεση. Έτσι, το επίπεδο του χρέους δεν παίζει σημαντικό ρόλο καθώς το liability του ενός είναι asset του άλλου (μόνο διαφορετικές οριακές τάσεις προς κατανάλωση ανάμεσα στους πιστωτές και τους δανειολήπτες μπορούν να έχουν επίδραση στη ζήτηση της οικονομίας) ενώ το επίπεδο του επιτοκίου καθορίζεται σε ένα loanable funds market με το κλασσικό IS-LM μοντέλο να παίζει βασικό ρόλο. Ο Krugman μάλιστα δε φαίνεται να υποστηρίζει καν το κλασσικό μοντέλο του πολλαπλασιαστή χρήματος (όπου η επέκταση της νομισματικής βάσης από την κεντρική τράπεζα οδηγεί σε πολλαπλασιασμό του χρήματος σε κυκλοφορία μέσω των reserve ratios).

Κατ’ αρχήν να σημειώσω ότι ακόμα και στο βασικό αυτό μοντέλο (όπου οι τράπεζες απλώς λειτουργούν ώς ενδιάμεσοι) υπάρχει μία σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των δανειοληπτών και των πιστωτών. Οι δανειολήπτες πληρώνουν τις δόσεις των δανείων τους μέσω του εισοδήματος τους (οπότε πρόκειται για ‘διαρροή’ απο το εισόδημα). Οι πιστωτές από την άλλη, με εξαίρεση τις πληρωμές τόκων, δεν εισπράττουν εισόδημα αλλά απλώς μετακινούν ποσά σε ένα ισολογισμό, από τα receivables, στις καταθέσεις τους.

Σε τεχνικό επίπεδο, ο ‘master του central banking’ Scott Fullwiler έχει γράψει μία εξαιρετική ανάλυση την οποία σίγουρα δεν μπορώ να ξεπεράσω. Επίσης, ένα άλλο άρθρο παρουσιάζει τη διαχρονική γνώμη επί του θέματος των ανθρώπων αυτών που αναγκαστικά γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι κεντρικές τράπεζες (Fed, BIS).

Αυτό το οποίο πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη μας είναι ότι όλες οι κεντρικές τράπεζες έχουν ώς βασική προτεραιότητα τη συνεχή, εύρυθμη λειτουργία του συστήματος διατραπεζικών πληρωμών. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται ότι οι καταθέσεις σε διαφορετικά τραπεζικά ιδρύματα θα πρέπει να κάνουν ‘clear at par’. Το settlement των συναλλαγών υποχρεωτικά γίνεται με IOU της κεντρικής τράπεζας (currency, bank reserves – τα οποία παρέχονται μόνο μέσω επέκτασης του ισολογισμού της), κάτι το οποίο σημαίνει ότι η τελευταία οφείλει να καλύπτει την ανελαστική ζήτηση για τα IOU της που προκύπτει από τις ανάγκες αυτές. Κατ’ ανάγκη ο στόχος τον οποίο μπορεί να θέτει η κεντρική τράπεζα είναι ένας στόχος επιτοκίου και όχι μεγέθους της νομισματικής βάσης. Καθορίζει την τιμή στο commodity του οποίου κατέχει το μονοπώλιο και αφήνει την ποσότητα ελεύθερη.

Αυτό το οποίο κάνει λάθος ο Krugman (και γενικά οι νεο-κλασσικοί οικονομολόγοι) είναι ότι θεωρεί τη νομισματική βάση και τις τραπεζικές καταθέσεις ώς ισότιμα αντικείμενα. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μία ιεραρχία από IOU. Αν μία τράπεζα έπρεπε να προσφέρει χαρτονομίσματα όταν παρείχε δάνειο, εξ’ ορισμού ο Krugman θα είχε δίκιο, καθώς τότε η τράπεζα θα απαιτούνταν να κατέχει ένα IOU το οποίο δεν μπορεί να δημιουργήσει η ίδια. Όταν όμως μία τράπεζα αποδέχεται το IOU ενός πελάτη παρέχοντας του δάνειο (και επεκτείνοντας τον ισολογισμό της), η κατάθεση την οποία δημιουργεί την ίδια στιγμή είναι δικό της IOU και καταγράφεται ώς δική της υποχρέωση στον ισολογισμό της (ενώ τα bank reserves ή τα χαρτονομίσματα αναγκαστικά θα καταγράφονταν ώς ενεργητικό καθώς είναι υποχρεώσεις – και όχι απαιτήσεις – της κεντρικής τράπεζας).

Ex post και μόνο, ο πελάτης πιθανώς να χρειαστεί να ολοκληρώσει συναλλαγές εκτός της τράπεζας με τα χρήματα της κατάθεσης αυτής, ζητώντας μετρητά ή μία διατραπεζική συναλλαγή. Σε αυτή την περίπτωση, η τράπεζα θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσει το IOU της κεντρικής τράπεζας για το τελικό settlement. Αν έχει έλλειμμα, θα απευθυνθεί στην αγορά χρήματος κάνοντας bid up το διατραπεζικό επιτόκιο. Καθώς το τελευταίο είναι το βασικό εργαλείο πολιτικής της κεντρικής τράπεζας, αυτή θα φροντίσει ώστε να τεθεί ταβάνι στην άνοδο του, παρέχοντας αν χρειαστεί η ίδια δάνειο στην τράπεζα στο επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης, εφόσον η τράπεζα διαθέτει κατάλληλο ενεργητικό (το δάνειο το οποίο δημιούργησε στο προηγούμενο στάδιο). Αν δεν το παρείχε τότε θα έχανε τον έλεγχο του επιτοκίου στόχου και θα κινδύνευε το διατραπεζικό σύστημα συναλλαγών, καθώς δε θα επιτυγχάνονταν το clearing at par των τραπεζικών καταθέσεων.

Η έκδοση δανείων είναι μία διαδικασία αποδοχής και δημιουργίας IOUs. Το θέμα το οποίο δημιουργείται ex post, είναι το τελικό settlement, το οποίο απαιτεί τα υψηλότερα ιεραρχικά IOU της κεντρικής τράπεζας. Αυτά παρέχονται προκειμένου η τελευταία να επιτυγχάνει τους βασικούς στόχους που καθορίζονται από το mandate της. Όπως λέει και ο Minsky, ‘everyone can issue IOUs, the problem is to get them accepted’. Αυτό ακριβώς προσφέρει ένα bank charter.