You are currently browsing the category archive for the ‘απασχόληση’ category.
Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε τα στοιχεία της απασχόλησης για το 4ο τρίμηνο του 2011 με την ανεργία να βρίσκεται πλέον στα επίπεδα του 20,7%. Αν κάποιος παρακολουθήσει τα αναλυτικά στοιχεία για τα τελευταία χρόνια θα οδηγηθεί σε ορισμένα βασικά συμπεράσματα:
- Η μακροχρόνια ανεργία ήταν και συνεχίζει να είναι (σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό) βασικό διαρθρωτικό πρόβλημα της Ελληνικής αγοράς απασχόλησης. Το μέγεθος ήταν ήδη περίπου 47% απο τα τέλη του 2008 και ξεπέρασε το 50% το 2011, για να φτάσει κοντά στο 55% με τα τελευταία στοιχεία. Φαίνεται λοιπόν ότι εξαρχής υπήρχε ένα διαρθρωτικό θέμα απορρόφησης ανέργων, το οποίο πλέον έχει πολλαπλασιαστεί. Με δεδομένο μάλιστα το γεγονός ότι στο τέλος του 2010 η ανεργία βρισκόταν στο 14%, ουσιαστικά προκύπτει το συμπέρασμα ότι οποιαδήποτε θέση εργασίας χάνεται το τελευταίο χρόνο είναι μία οριστική απώλεια για τους εργαζόμενους (η βραχυχρόνια ανεργία παρουσίασε πολύ μικρότερη μεταβολή σε αυτό το διάστημα σε σχέση με την μακροχρόνια, ιδιαίτερα σε ένα μικρό χρονικό διάστημα ενός χρόνου). Πιθανώς στο ενδιάμεσο να γίνεται ένα ‘shuffling’ των εργαζόμενων χωρίς αποτέλεσμα στο συνολικό αριθμό των ανέργων, κάτι που πιστοποιεί το πολύ μεγάλο output gap που υπάρχει στην Ελληνική οικονομία.
- Η μερική απασχόληση δεν είναι βασικό χαρακτηριστικό του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας καθώς η μεταβολή της ήταν σχεδόν μηδαμινή, απο 5,7% στο τέλος του 2008, σε 7,1% σήμερα. Φαίνεται ότι η Ελληνική οικονομία προσαρμόζεται κυρίως μέσω της απώλειας θέσεων εργασίας παρά με μεταβολή του χρόνου απασχόλησης, κάτι το οποίο πιθανώς να οφείλεται στο μικρομεσαίο μέγεθος των περισσότερων επιχειρήσεων στη χώρα.
Το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών θέσεων εργασίας συγκεντρώνεται σε 3 τομείς και μόνο, την μεταποίηση, τις κατασκευές και το εμπόριο. Το 1/3 της μεταβολής μάλιστα συνέβη στο διάστημα 2008-2010Β, με τις απώλειες να διπλασιάζονται στο διάστημα 2010Β-2011Δ, πιστοποιώντας την είσοδο της χώρας σε βαθιά ύφεση.
Έτος | Γεωργία | Μεταποίηση | Κατασκευές | Εμπόριο |
2008Δ |
516,9 |
533,7 |
386,8 |
834 |
2009Δ |
551,2 |
494,3 |
364,1 |
791,7 |
2010Β |
551,7 |
483,1 |
330 |
801,1 |
2010Δ |
533,8 |
448,8 |
298,6 |
795 |
2011Β |
509,8 |
417 |
262,2 |
772,9 |
2011Γ |
504,1 |
419 |
241,8 |
744,8 |
2011Δ |
496,7 |
388,1 |
227 |
723,4 |
Μεταβολή 2008 – 2010Β |
34,8 |
-50,6 |
-56,8 |
-32,9 |
Μεταβολή 2010Β – 2011Δ |
-55 |
-95 |
-103 |
-77,7 |
Μεταβολή 2008 – 2011Δ |
-20,2 |
-145,6 |
-159,8 |
-110,6 |
Μεταβολή 2008 – 2011 ως ποσοστό του 2008 |
-3,91 |
-27,28 |
-41,31 |
-13,26 |
Μεταβολή 2008 – 2011 ως ποσοστό ανεργίας |
-0,4 |
-2,91 |
-3,2 |
-2,21 |
Τα στοιχεία δείχνουν ότι, ως ένα βαθμό οι κλάδοι της μεταποίησης και των κατασκευών ‘προπορεύονταν’ των μεταβολών στο εμπόριο, αντιδρώντας άμεσα στις μεταβολές της ζήτησης (κάτι που εξηγείται απο την κυκλική φύση τους, το μεγαλύτερο μέγεθος των επιχειρήσεων και την ‘αντίσταση’ των εμπορικών επιχειρήσεων που διατηρούν τη λειτουργία τους για ένα διάστημα αναμένοντας καλύτερες μέρες). Φαίνεται η επίδραση της μεγάλης καθίζησης στην οικοδομή και τη στεγαστική πίστη μετά το 2008 αλλά και η εξάρτηση της μεταποίησης απο την εσωτερική ζήτηση, την οποία δεν κατάφερε σε καμία περίπτωση να αναπληρώσει με πωλήσεις στο εξωτερικό (κάτι στο οποίο προσβλέπει η τακτική της εσωτερικής υποτίμησης) και η επιτάχυνση της μείωσης απασχόλησης το 2011.
Άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η διάρθρωση της ανεργίας ανά ηλικία, φύλο και εκπαίδευση. Έτσι οι άρρενες 15 – 29 ετών παρουσιάζουν δείκτη ανεργίας 35%, οι θήλεις 15 – 29 44,9%, οι άρρενες 30 – 44 ετών 15,8%, οι θήλεις 23,2%, ενώ το εργατικό δυναμικό χαμηλής εξειδίκευσης (εώς ανώτερη τεχνολογική επαγγελματική εκπαίδευση) παρουσιάζει ανεργία από 22 – 31% ενώ οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή κάτοχοι μεταπτυχιακού/διδακτορικού 12 – 15%. Πιθανότατα το επίπεδο εκπαίδευσης συνδέεται με το αντικείμενο απασχόλησης, με τους νέους χαμηλής εκπαίδευσης να απασχολούνται στους τομείς με τις μεγάλες απώλειες απασχόλησης (κατασκευές, εμπόριο, μεταποίηση) ενώ οι εργαζόμενοι υψηλής εξειδίκευσης σε τομείς οι οποίοι παρουσιάζουν μικρές μεταβολές (εκπαίδευση, υγεία, επιστημονικές δραστηριότητες, χρηματοπιστωτικά και ασφαλιστικά).
Συνολικά, οι πλέον μειονεκτικές ομάδες (νέες γυναίκες χαμηλής μόρφωσης) δείχνουν να έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες σε μία ανατροφοδοτούμενη διαδικασία μείωσης ζήτησης σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας. Απο την άλλη, οι υπόλοιποι κλάδοι απασχόλησης δε φαίνονται να διαθέτουν κάποια ιδιαίτερη δυναμική αύξησης της ζήτησης για εργαζόμενους, αντιθέτως στην καλύτερη των περιπτώσεων καταφέρνουν και διατηρούν τα μεγέθη τους χωρίς απώλειες.
Έτσι, τυχόν πολιτικές εκπαίδευσης και εξειδίκευσης του εργατικού δυναμικού δε δείχνουν να έχουν μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας, ενώ η μείωση της απασχόλησης στη γεωργία το 2011 περιορίζει ακόμα περισσότερες τις εναλλακτικές απασχόλησης του εργατικού δυναμικού. Μόνο πολιτικές αύξησης της ζήτησης μπορούν να προσφέρουν στήριξη, ιδιαίτερα σε κλάδους όπως οι κατασκευές όπου μπορούν να υπάρξουν στοχευμένες δράσεις (ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών, ΑΠΕ, μεγάλα οδικά και τεχνικά έργα, δημοτικά έργα κτλ).
Παράλληλα, πιθανώς ορισμένοι κλάδοι να έχουν φτάσει πλέον στα όρια της μείωσης τους (όπως ο κλάδος των κατασκευών ο οποίος βρίσκεται πλέον στο 60% του μεγέθους του σε σχέση με το τέλος του 2008) με τα μεγέθη τους να σταθεροποιούνται. Το μεγάλο ερώτημα βέβαια είναι κατά πόσο η δημοσιονομική προσαρμογή θα συνεχίσει να πιέζει τη ζήτηση στην οικονομία, κάτι το οποίο με δεδομένες τις τελευταίες δεσμεύσεις (μεταβολή του πρωτογενούς αποτελέσματος απο -1% του ΑΕΠ στο 4-4,5%) φαίνεται ότι θα συνεχίσει να λειτουργεί εξαιρετικά αρνητικά.