You are currently browsing the category archive for the ‘συντάξεις’ category.
Όπως είναι ήδη αρκετά σαφές το ΔΝΤ θεωρεί απαραίτητη μια δημοσιονομική μεταρρύθμιση η οποία θα περιλαμβάνει την μείωση του αφορολόγητου ορίου ώστε μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού να πληρώνει φόρους και την εφαρμογή του νέου πλαισίου υπολογισμού συντάξεων και για τις τρέχουσες συντάξεις ώστε να μειωθεί το έλλειμμα του συνταξιοδοτικού.Έχω ήδη κάνει ορισμένα σχόλια πάνω στις δύο αυτές προτάσεις σε προηγούμενη ανάρτηση. Στο σημερινό κείμενο θα ήθελα να κοιτάξω λίγο πιο διεξοδικά το ζήτημα του ελλείμματος του συνταξιοδοτικού.
Με βάση λοιπόν το ΔΝΤ, το έλλειμμα αυτό βρίσκεται στο 11% του ΑΕΠ σε σχέση με το 2,5% στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο υπολογισμός του γίνεται ως συντάξεις μείον εισφορές και άλλα έσοδα. Ένα αρχικό ζήτημα είναι το γεγονός ότι το ΔΝΤ χρησιμοποιεί στοιχεία για το 2015 σε ότι αφορά την Ελλάδα και για το 2013 σε ότι αφορά την υπόλοιπη Ευρώπη. Αποτέλεσμα είναι να μη λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις από τότε σε σχέση με εισφορές, επίπεδο συντάξεων και πλήθος συνταξιούχων.
Σε κάθε περίπτωση, στα πλαίσια της τελευταίας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης το σύνολο των συντάξεων πληρώνεται πλέον από τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης. Ανάμεσα τους και οι συντάξεις του δημοσίου για τις οποίες το δημόσιο πληρώνει πλέον εργοδοτικές εισφορές ενώ το υπόλοιπο τμήμα των εξόδων εμφανίζεται ως αυξημένες μεταβιβάσεις προς τον ΕΦΚΑ αντί για κρατικές δαπάνες. Κατά συνέπεια το ποσό που εμφανίζεται στον Κοινωνικό Προϋπολογισμό του 2017 ως μεταβιβάσεις στον ΕΦΚΑ είναι και το ποσό το οποίο θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί σε τυχόν συγκρίσεις με άλλες χώρες.
Όπως είναι σαφές το ποσό αυτό είναι ίσο με περίπου 14,7 δις €. Με βάση το ΑΕΠ του 2017 το οποίο προβλέπει το ΔΝΤ ως ποσοστό του ΑΕΠ το παραπάνω ποσό είναι ίσο με περίπου 8%. Βλέπει λοιπόν κάποιος ότι ήδη το μέγεθος το οποίο εμφανίζει το ΔΝΤ στις αναλύσεις του είναι πολύ διαφορετικό από αυτό το οποίο θα επιτευχθεί το 2017 ενώ δεν έχω δει κάπου ανάλυση για το πώς η τρέχουσα νομοθεσία θα μεταβάλει σταδιακά τις πληρωμές συντάξεων (λόγω εισόδου συνταξιούχων με συντάξεις υπολογισμένες με τη νέα νομοθεσία).
Στο προηγούμενο άρθρο είχα αναφερθεί στην επίδραση του οικονομικού κύκλου στο συνταξιοδοτικό. Θα κάνω το ίδιο και τώρα με λίγο διαφορετική μεθοδολογία. Από τα ετήσια στατιστικά στοιχεία του ΙΚΑ μπορεί να δει κάποιος ότι οι εισφορές καταποντίστηκαν από περίπου 11,5 δις € το 2010 σε 5 δις € το 2016:
Μία lay man’s κυκλική προσαρμογή που μπορεί να πραγματοποιήσει κάποιος είναι:
nominal output gap * adjusted wage share * 20% εισφορά.
Με βάση αυτή τη φόρμουλα προκύπτει μία κυκλική επίδραση στις εισφορές κοντά στο 1% του ΑΕΠ. Ένα απλό τεστ για το κατά πόσο τα αποτελέσματα είναι λογικά είναι απλά να υπολογιστούν οι απώλειες σε εισφορές μεταξύ 2010 και 2016 που θα είναι περίπου ίσες με:
Μεταβολή ονομαστικού ΑΕΠ * adjusted wage share * 20% εισφορά
Με διαφορά περίπου 50 δις € σε ΑΕΠ και adjusted wage share 50% οι απώλειες είναι κοντά 5 δις €, ένα αρκετά λογικό αποτέλεσμα.
Κοιτώντας μάλιστα κάποιος τα adjusted wage shares της Ελλάδας και της Ευρώπης θα παρατηρήσει ότι αυτό είναι 50% στην Ελλάδα αλλά 55% στην Ευρώπη, πιθανότατα λόγω της μεγαλύτερης παρουσίας αυτοαπασχολούμενων στη χώρα μας. Η απλή φόρμουλα που χρησιμοποιήθηκε πριν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δομικά οι εισφορές στην Ελλάδα θα πρέπει να είναι 1% του ΑΕΠ μικρότερες από την υπόλοιπη Ευρώπη, για παρόμοιους συντελεστές εισφορών.
Ένα τελευταίο ζήτημα που θα πρέπει να θιχτεί είναι το γεγονός ότι σημαντικό τμήμα της κρατικής χρηματοδότησης αφορά συγκεκριμένα τον ΟΓΑ ο οποίος παρουσιάζει μεγάλη αναντιστοιχία μεταξύ εισφορών και συντάξεων. Αναφορές στον τύπο παρουσιάζουν το επίπεδο της χρηματοδότησης στα 3,3 δις € ή κοντά 2% του ΑΕΠ. Προφανώς η προοπτική μείωσης συντάξεων στο ΙΚΑ και στον ΟΑΕΕ για να καλυφθεί η χρηματοδότηση προς τον ΟΓΑ είναι προβληματική, τουλάχιστον από πλευράς κοινωνικής δικαιοσύνης.
Συνολικά λοιπόν παρατηρούμε ότι κατ’ αρχήν το πραγματικό επίπεδο του ελλείμματος στο συνταξιοδοτικό σύστημα κινείται στα επίπεδα του 8% του ΑΕΠ και όχι 11% όπως αναφέρει το ΔΝΤ στις αναλύσεις του. Από εκεί και πέρα ένα 2% αφορά συγκεκριμένα τον ΟΓΑ ενώ πολύ απλοί υπολογισμοί υποδεικνύουν ότι 1% είναι κυκλικό (και θα πάψει να υφίσταται μόλις κλείσει το output gap της Ελληνικής οικονομίας) και 1% αποτέλεσμα της διαφορετική δομής της Ελληνικής οικονομίας. Οι αναλύσεις για το συνταξιοδοτικό λοιπόν και πολύ περισσότερο οι ενέργειες στις οποίες αυτές θα οδηγήσουν θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους αυτά τα δεδομένα.
Σε προηγούμενο post αναφέρθηκα στα πλεονεκτήματα του κεφαλαιοποιητικού συστήματος και στο κόστος πιθανής υιοθέτησης του και μετάβασης σε αυτό. Ας δούμε αναλυτικότερα σήμερα την απόδοση του.
Με το τρέχων καθεστώς ένας μισθωτός στο ΙΚΑ προσφέρει (μαζί με τις εισφορές του εργοδότη) περίπου το 40% του μισθού του με σκοπό τη λήψη σύνταξης με ένα ποσοστό αναπλήρωσης περίπου 70%.
Στην περίπτωση του κεφαλαιοποιητικού συστήματος θα δοκιμάσουμε δύο σενάρια. Ένα με εισφορές 20% του μισθού και ένα με εισφορές 40% του μισθού. Τα δεδομένα είναι τα εξής:
- Το 10% των εισφορών παρακρατείται υπέρ του ‘Ταμείου Αλληλεγγύης Γενεών’ που χρηματοδοτεί την ομαλή μετάβαση στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα.
- Οι μισθοί και οι εισφορές αυξάνουν κάθε χρόνο κατά το ύψος του πληθωρισμού.
- Ο ατομικός λογαριασμός του μισθωτού έχει απόδοση μεγαλύτερη του πληθωρισμού. Οι υπολογισμοί μας γίνονται με βάση σενάρια επί της καθαρής απόδοσης του λογαριασμού του.
- Ο εργαζόμενος λαμβάνει 14 μισθούς και συντάξεις το χρόνο.
- Ο μισθός του είναι 1000€/μήνα.
- Ο εργαζόμενος εργάζεται 35 έτη.
Ποσοστό Εισφοράς | Εισφορά | Καθαρή εισφορά μετά την αφαίρεση του 10% | Σύνολο κεφαλαίου |
20% | 200 | 180 | 88200 |
40% | 400 | 360 | 176400 |
Καθαρή Απόδοση 1% | 2% | 3% | 4% |
105000 | 126000 | 152360 | 185600 |
210000 | 252000 | 304700 | 371200 |
Τα σενάρια απόδοσης σύνταξης τα οποία θα δοκιμάσουμε είναι δύο:
- Συνολικό κεφάλαιο / 20 χρόνια / 14 μήνες ή
- 80% του συνολικού κεφαλαίου / 20 χρόνια / 14 μήνες + 20% ώς εφ’ άπαξ.
Το υπολοιπόμενο ποσό συνεχίζει να κεφαλαιοποιείται και να αποδίδει με σκοπό την αύξηση της σύνταξης κατά τον πληθωρισμό κάθε χρόνο και την κάλυψη τυχόν μεγαλύτερης διάρκειας ζωής του εργαζόμενου. Σε περίπτωση που τελικά απαιτηθεί επιπλέον συνδρομή αυτή δίνεται απο το κράτος.
Απόδοση | Σενάριο 1 (100%) | Σενάριο 2 (100%) | Ποσοστό αναπλήρωσης (1/2) |
1% | 375 | 750 | 37,5%/75% |
2% | 450 | 900 | 45%/90% |
3% | 544 | 1090 | 54%/109% |
4% | 663 | 1326 | 66%/133% |
Σενάριο 1 (80% + 20%) | Σενάριο 2 (80% + 20%) | Ποσοστό αναπλήρωσης (1/2) | |
300/21000 | 600/42000 | 30%/60% | |
360/25200 | 720/50400 | 36%/72% | |
435/30472 | 870/60940 | 44%/87% | |
530/37120 | 1060/74240 | 53%/106% |
Η διαφορά στην απόδοση είναι αρκετά σαφής απο τον παραπάνω πίνακα. Ακόμα και με 20% εφ’ άπαξ (50.000€) ο εργαζόμενος μπορεί να επιτύχει (στην περίπτωση ετήσιας πραγματικής απόδοσης 2%) 72% ποσοστό αναπλήρωσης του μισθού του και εφ’ άπαξ ίσο με 360% του ετήσιου εισοδήματος του εφόσον αποδίδει σε εισφορές το 40% του εισοδήματος του.
Ένα απο τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας είναι το ασφαλιστικό. Ήδη το κράτος δίνει περίπου 10 δις € το χρόνο (4% του ΑΕΠ) επιχορήγηση στα ασφαλιστικά ταμεία απλά για την πληρωμή των συντάξεων και των δαπανών υγείας. Η αναλογία εργαζόμενων προς συνταξιούχους έχει μειωθεί δραματικά σε λιγότερο απο 2:1 (τα τελευταία στοιχεία μιλάνε για αναλογία 1,85:1). Με δεδομένο και το ποσοστό ανεργίας που έχει φτάσει στο 10% (και προβλέπεται να αυξηθεί μέσα στο 2010) η αναλογία των ενεργών εργαζόμενων προς τους συνταξιούχους βαδίζει προς το 1,5:1. Τα προβλήματα που δημιουργούνται είναι σαφή:
- Οι συντάξεις για να έχουν νόημα απαιτείται να έχουν ένα ελάχιστο ποσοστό αναπλήρωσης σε σχέση με τους μισθούς που απολάμβανε ο εργαζόμενος. Το ποσοστό αυτό είναι περίπου 70-80% του τελευταίου μισθού.
- Με δεδομένο το ποσοστό αναπλήρωσης και την αναλογία ε/σ οι εισφορές φτάνουν σε δυσθεώρητα ύψη. Με ποσοστό 70% και αναλογία 1,6:1 οι εισφορές (μόνο της σύνταξης!) πρέπει να είναι περίπου 45% του μισθού ώστε να λειτουργεί σωστά το σύστημα. Όσο μειώνεται η αναλογία ή πρέπει να μειωθεί το ποσοστό αναπλήρωσης ή να αυξηθούν οι εισφορές. Αν όμως η σύνταξη είναι πολύ μικρή ή/και οι εισφορές πολύ μεγάλες δεν υπάρχει κίνητρο για τον εργαζόμενο προκειμένου να πληρώνει εισφορές. Σε συνδυασμό με τις εισφορές υγείας (και την αύξηση των αντίστοιχων δαπανών) το σύνολο φτάνει σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% του μισθού με άμεση συνέπεια μεγάλη εισφοροδιαφυγή και ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα πληρωμής συντάξεων.
- Η ανεργία απαιτεί την πληρωμή απο το κράτος τόσο του επιδόματος ανεργίας στους ανέργους, όσο και του ελλείμματος εισφορών που δημιουργείται απο την απουσία εισφορών απο τους άνεργους.
- Το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί με αύξηση των ορίων ηλικίας για προφανείς βιολογικούς αλλά και κοινωνικούς λόγους.
Ο συνδυασμός των παραπάνω, μαζί με την απουσία αποθεματικού των ταμείων και την απονομή υψηλών συντάξεων/πρόωρων αποχωρήσεων σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, είναι αρκετός για να εξηγήσει το λόγο ύπαρξης του σημαντικού ελλείμματος στο σύστημα ασφάλισης (4-5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο). Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η κάλυψη του ελλέιμματος δεν οδηγεί πουθενά, πρόκειται απλά για μια ‘μαύρη τρύπα’ που απαιτεί χρήμα κάθε χρόνο χωρίς επιστροφή.
Ένα άλλο δεδομένο είναι η δημογραφική πραγματικότητα της χώρας. Γνωρίζοντας την πυραμίδα των ηλικιών είναι εύκολο να προσδιοριστεί η εξέλιξη του ασφαλιστικού συστήματς (με μόνο σφάλμα την επιμήκυνση του ορίου ζωής) για τα επόμενα 20-25 χρόνια. Τα δημογραφικά δεδομένα λοιπόν δείχνουν ότι (με την εξαίρεση της μετανάστευσης) οι γεννήσεις εδώ και πολλά χρόνια είναι πολύ μικρότερες απο τους θανάτους οπότε για τις επόμενες δύο με τρείς δεκαετίες δεν υπάρχει λόγος να θεωρούμε ότι θα αλλάξει δραματικά η κατάσταση (ίσως μόνο προς το χειρότερο).
Με άλλα λόγια, αν διατηρηθεί η σημερινή επιχορήγηση, θα απαιτηθεί το 100% του ΑΕΠ σε 20 χρόνια ή 150% του ΑΕΠ σε 30 χρόνια. Με δεδομένα τα χρόνια δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας και το ήδη υπάρχον χρέος που είναι μεγαλύτερο απο το 100% του ΑΕΠ, το πιθανότερο είναι ότι το παραπάνω κόστος θα μεταφραστεί απλά σε χρέος. Προσθέτοντας και τόκους, είναι πολύ πιθανό σε 20 χρόνια να χρωστάμε το 200-300% του ΑΕΠ μόνο και μόνο για να συντηρούμε τους εαυτούς μας. Προφανώς μία τέτοια προοπτικά απλά δεν έχει νόημα καθώς θα σταματήσουν όλοι να μας δανείζουν πολύ νωρίτερα.
Μία πρόταση είναι η εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος. Αυτό σημαίνει κατ’ αρχήν το διαχωρισμό των εισφορών σε υγείας και σύνταξης. Οι εισφορές υγείας συνεχίζουν και είναι ανταποδοτικές. Ίσως μάλιστα να κατευθυνθούν σε ένα, ενιαίο φορέα ασφάλισης όλων εργαζομένων που θα παρέχει καθολική και πλήρη υγειονομική κάλυψη των ασφαλισμένων χωρίς διαχωρισμούς και εξαιρέσεις.
Οι εισφορές σύνταξης κατευθύνονται σε ατομικούς λογαριασμούς των εργαζομένων. Το κράτος μπορεί να θεσπίσει συγκεκριμένους περιορισμούς όπως ελάχιστο ποσοστό εισφοράς (ώστε ο εργοδότης να μην έχει τη δυνατότητα να ζητήσει απο ένα εργαζόμενο να εργαστεί ανασφάλιστος), ελάχιστο χρόνο εργασίας κτλ. Οι λογαριασμοί είναι υπο τη διαχείριση και εγγύηση ενός κεντρικού κρατικού φορέα ο οποίος τους αξιοποιεί σε κατάλληλες επενδύσεις ώστε να αυξάνει η αξία τους και να είναι προστατευμένοι απο πληθωρισμό.
Ο εργαζόμενος όταν αποφασίσει να βγεί στη σύνταξη (πάντα με βάση περιορισμούς) λαμβάνει ώς σύνταξη ποσό απο τον ατομικό του λογαριασμό (υπολογίζεται με βάση την ηλικία συνταξιοδότησης και ένα γεναιόδωρο όριο ζωής, πχ 65 + 20). Αν ο συνταξιούχος ζήσει παραπάνω προφανώς το επιπλέον κόστος το καλύπτει το κράτος, αν ζήσει λιγότερο ή πεθάνει πριν τη σύνταξη του ο λογαριασμός κληρονομείται στους οικείους του (πρόκειται ουσιαστικά για ατομική του ιδιοκτησία).
Παράλληλα, το κράτος ορίζει μία εθνική κατώτατη σύνταξη. Αν κάποιος απαιτηθεί να βγεί στη σύνταξη νωρίτερα (πχ αναπηρία) ή δεν επαρκεί το κεφάλαιο που συγκεντρώθηκε (ήταν μακροχρόνια άνεργος), το κράτος συμπληρώνει το ποσό.
Τα πλεονεκτήματα του συστήματος είναι πολλά και ισχυρά:
- Οι συντάξεις είναι προσωπικές και εξαρτώνται απο τις εισφορές του εργαζόμενου. Κατά συνέπεια ο εργαζόμενος έχει συμφέρον να εργαστεί περισσότερο, να προσφέρει μεγαλύτερες εισφορές, παρά να τις αποκρύψει. Το αποτέλεσμα θα είναι η εξάλειψη της μαύρης εργασίας.
- Αυξάνει η αποταμίευση στην οικονομία. Το κεφάλαιο που δημιουργείται μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης (κάτι σαν εθνικό ΚΠΣ) ενώ και τα ίδια τα άτομα ‘εκπαιδεύονται’ στην αξία αυτή.
- Το κεφάλαιο αυτό είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για τη φτηνή χρηματοδότηση των αναγκών του κράτους.
- Το κεφάλαιο συνεχίζει να τοκίζεται και να αυξάνει και όσο ο εργαζόμενος είναι συνταξιούχος, με συνέπεια την ακόμα μεγαλύτερη απόδοση του συστήματος.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι η μετάβαση στο σύστημα αυτό. Μέχρι να λειτουργήσει πλήρως θα πρέπει το κράτος:
- Να πληρώσει το σύνολο των συντάξεων των ήδη συνταξιούχων
- Να αποδώσει το μερίδιο των χρόνων που δε λειτουργούσε το νέο σύστημα για τους ήδη εργαζόμενους.
Το δεδομένο είναι ότι σε πλήρη λειτουργία του συστήματος, το κράτος θα έχει το κέρδος της επιχορήγησης των ταμείων την οποία δε θα πρέπει να καταβάλει (4-5%) καθώς και μικρότερο κόστος λειτουργίας ταμείων (ουσιαστικά δε θα χρειάζεται παρα μόνο ένας κεντρικός οργανισμός διαχείρισης ατομικών λογαριασμών). Μακροπρόθεσμα δηλαδή θα προκύψουν κέρδη τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση της μετάβασης. Ουσιαστικά η μετάβαση μπορεί να γίνει με την έκδοση μακροχρόνιων ομολόγων τα οποία στην λήξη τους θα πληρωθούν απο τα κέρδη της μετάβασης. Στο ενδιάμεσο πρέπει να βρεθεί τρόπος πληρωμής των τόκων.
Ας δούμε λοιπόν συγκεκριμένα νούμερα.
Τρέχοντες Συνταξιούχοι
Με βάση τα στοιχεία του ΥΠΟΙΚ οι συντάξεις είναι περίπου 24 δις € το χρόνο, δηλαδή 10% του ΑΕΠ. Ας θεωρήσουμε ότι οι ηλικίες των συνταξιούχων είναι ισόποσα κατανεμημένες μέσα σε μία περίοδο 20 χρόνων. Όλοι οι συνταξιούχοι της ίδιας ηλικίας δηλαδή έχουν κόστος 0,5% του ΑΕΠ. Θεωρώντας ότι κάθε χρόνο το 1/20 εξ’ αυτών πεθαίνει το συνολικό κόστος θα είναι:
Σ (10-0,5*k) όπου k=0 εώς 20. Σύνολο: 110% ΑΕΠ σε διάστημα 20 ετών. Στη συνέχεια το κόστος μηδενίζεται.
Πληρωμή τόκων
Είναι δυνατόν να θεσπιστούν ορισμένες χρεώσεις υπέρ του ασφαλιστικού συστήματος όπως:
- Παρακράτηση του 10% των εισφορών.
- Μικρή εισφορά στις υψηλές συντάξεις (πχ 3-5% για το υπερβάλλων ποσό των 2000€).
- Εισφορά 1% στις αγοραπωλησίες ακινήτων.
- ΕΤΑΚ 0,1%
Παράλληλα, μπορούν να αξιοποιηθούν τα αποθεματικά (όσα υπάρχουν) των ταμείων και η ακίνητη περιουσία του δημοσίου. Συνολικά όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προσφέρουν ετήσιους πόρους περίπου 2% του ΑΕΠ τα οποία θα κατευθύνονται σε ένα ‘Ταμείο Αλληλεγγύης Γενεών’, τα έσοδα του οποίου θα επενδύονται και αυτά για αύξηση απόδοσης.
Σε διάστημα 20 χρόνων η εισφορά θα είναι 40% του ΑΕΠ, ενώ σε 55 έτη 110%.
Τρέχοντες εργαζόμενοι
Για τους τρέχοντες εργαζόμενους το κράτος θα πρέπει να αποδώσει (σταδιακά) το ποσό που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του συνολικού κεφαλαίου (με χρόνο εργασίας 35 έτη). Συνολικά δηλαδή:
Σ[0,5*20*((35-k)/35)] με k = 1 εώς 35
Σύνολο 170% του ΑΕΠ που θα πρέπει να αποδωθεί σε διάστημα 35+20 = 55 ετών.
Συνολικά δηλαδή το κόστος θα είναι 110 + 170 = 280 ή περίπου 300% του ΑΕΠ σε διάστημα 55 ετών.
Ας δούμε τώρα μία ανάλυση του κόστους ανά περίοδο.
Πρώτα 20 έτη (τρέχοντες συνταξιούχοι + τρέχοντες εργαζόμενοι)
Κόστος ανά έτος: 10 -0.5*k και Σ[0.5*((35-k)/35)] με k=1 εώς 20 (έτος)
0 έτη: 10%
5 έτη: 7,5% + 2,29% = 9,79%
10 έτη: 5% + 4,21% = 9,21%
15 έτη: 2,5% + 5,79% = 8,29%
20 έτη: 0% + 7% = 7%
Επόμενα 15 έτη (20-35): Μόνο τρέχοντες εργαζόμενοι
Κόστος ανά έτος: Σ[0.5*((35-k)/35)] με αρχή k-20 και τέλος k και k=21-35
25 έτη: 6%
30 έτη: 4,5%
35 έτη: 3%
Όπως φαίνεται δηλαδή, ήδη πριν απο τα 30 έτη το κόστος θα είναι μικρότερο απο το όφελος (5% του ΑΕΠ) λόγω μη επιχορήγησης των ταμείων. Λίγο μετά τα 25 έτη δηλαδή το σύστημα αρχίζει να επιστρέφει χρήματα πίσω.
Τελευταία 20 έτη (35-55): Τρέχοντες εργαζόμενοι που είναι πλέον όλοι στη σύνταξη.
Κόστος ανά έτος: Σ[0.5*((35-k)/35)] με αρχή k-20 και τέλος 35 (με k=35-55)
40 έτη: 1,71%
45 έτη: 0,79%
50 έτη: 0,21%
55 έτη: 0%
Στα τελευταία 20 έτη το σύστημα επιστρέφει μαζικά χρήματα, περίπου 70% του ΑΕΠ, ενώ στα προηγούμενα 15 έτη έχει επιστρέψει περίπου 10%. Σύνολο δηλαδή 80%. Στα επόμενα 20 έτη επιστρέφει 20* 5% = 100%, ενώ αν προστεθεί και το 2% * 75 = 150% προκύπτει συνολικά: 80 + 100 + 150 = 330% σε 75 έτη. Στη διάρκεια ζωής ενός ανθρώπου δηλαδή μπορεί να γίνει πλήρης μετάβαση σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Λίγο μεγάλο διάστημα για τα δεδομένα της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα 🙂