You are currently browsing the tag archive for the ‘richard koo’ tag.
Οφείλω να ομολογήσω ότι οι γνώσεις μου για την Ιαπωνία είναι περιορισμένες και βασίζονται κυρίως στη δουλειά του Richard Koo (balance sheet recessions – BSR) με την οποία συμφωνώ. Η γενική του θεώρηση για τη ‘χαμένη δεκαετία’ έχει να κάνει με το γεγονός ότι στην Ιαπωνία διαμορφώθηκε στη δεκαετία του ’90 μία πολύ μεγάλη φούσκα ενεργητικού στο real estate και το χρηματιστήριο, χρηματοδοτούμενη από δάνεια προς τις επιχειρήσεις (παρά προς τα νοικοκυριά). Όταν αυτή η φούσκα έσκασε (με απώλειες 87% στην αγορά των ακινήτων και 50% στις μετοχές με συνολική μείωση του net worth κατά 3 φορές το ετήσιο ΑΕΠ), οι επιχειρήσεις έπαψαν να έχουν ώς στόχο την μεγιστοποίηση των κερδών τους αλλά την αποπληρωμή των χρεών τους. Η πιστωτική επέκταση τους από 9% του ΑΕΠ έφτασε να είναι αρνητική σε παρόμοια μεγέθη. Σε συνδυασμό με τη διαχρονική αποταμίευση των νοικοκυριών, η απώλεια της ζήτησης ήταν διψήφια και ήταν απαραίτητο το κράτος να ‘απορροφήσει’ την αποταμίευση/αποπληρωμή χρεών του ιδιωτικού τομέα. Έτσι, παρότι είχαμε μεγάλη αύξηση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, η χώρα απέφυγε μία πολύ μεγάλη πτώση στην οικονομία της η οποία θα μπορούσε να είναι αντίστοιχη του Great Depression.
Παρόλα αυτά, ακόμα και ο Richard Koo τονίζει ότι το BSR έχει πλέον ολοκληρωθεί από το 2005. Δυστυχώς η χώρα είχε την ατυχία να αντιμετωπίσει αμέσως μετά τα πολύ ισχυρά σοκ του Great Recession και του πρόσφατου σεισμού, ενώ από την αρχή της πρώτης δεκαετίας του 2000 βρίσκεται στη σκιά της ανάπτυξης της Κίνας η οποία εώς ένα βαθμό λειτουργεί ανταγωνιστικά προς τη βιομηχανική της βάση.
Στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσω ορισμένα διαγράμματα από την εξαιρετική βάση δεδομένων της St. Louis Fed προκειμένου να εξετάσω τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ιαπωνικής οικονομίας.
Στο παραπάνω διάγραμμα βλέπουμε την εξέλιξη του εργατικού δυναμικού στην Ιαπωνία. Είναι σαφές ότι με την είσοδο του 21ου αιώνα το εργατικό δυναμικό βρίσκεται σε στασιμότητα και σταδιακή συρρίκνωση. Παρόμοια εικόνα (με πλατό από το 2005) βλέπει κάποιος και στο αντίστοιχο διάγραμμα του working age population.
Πιθανώς βέβαια η αύξηση της παραγωγικότητας να είναι τέτοια ώστε να καλύπτει την μείωση του εργατικού δυναμικού. Παρουσιάζεται λοιπόν η εξέλιξη της παραγωγικότητας για τις περιόδους 1971 – 1992 και 1999 – 2007 (η δεύτερη περίοδος επιλέχθηκε έτσι ώστε να μην εμφανίζονται βαθιές υφέσεις). Σε κάθε διάγραμμα έχει γίνει fit το linear trendline.
Ξεκάθαρα ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας έχει μειωθεί από τα υψηλά νούμερα προηγούμενων δεκαετιών στα επίπεδα του 2%. Το δυστύχημα είναι ότι, ακόμα και αυτή η αύξηση, δεν μεταφράζεται σε εισόδημα των εργαζομένων αλλά αξιοποιείται κατά βάση από τις επιχειρήσεις:
* Κόκκινη γραμμή: Αύξηση παραγωγικότητας, Μπλε γραμμή: Εξέλιξη πραγματικών μισθών.
Θετικό είναι το γεγονός ότι η διαφορά παραγωγικότητας και μισθών φαίνεται να μειώνεται μετά το 2005. Παρόλα αυτά η εσωτερική ζήτηση δείχνει να είναι εξαιρετικά αναιμική εδώ και πολλά χρόνια.
Σε συνδυασμό με το μειωμένο (εδώ και χρόνια) επίπεδο επενδύσεων, μόνο η εξωτερική ζήτηση δείχνει να είναι πηγή καθαρού νέου εισοδήματος για την Ιαπωνική οικονομία, κάτι το οποίο πιθανότατα εξηγεί τα χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια (όπου δεν υπήρχε η επίδραση του BSR):
Συνολικά, η Ιαπωνία φαίνεται να είναι μία χώρα σε σταδιακή κάθοδο με αναιμική εσωτερική ζήτηση, ελάχιστους εσωτερικούς ενεργειακούς πόρους και περιορισμένες πηγές αύξησης του εισοδήματος. Η συνεχής γήρανση του πληθυσμού της συνεπάγεται ότι οι δυνατότητες ισχυροποίησης της εσωτερικής ζήτησης είναι μειωμένες, ενώ ο βασικός στόχος θα είναι η διατήρηση του υφιστάμενου πλούτου παρά η δημιουργία νέου.
Σε σημερινό άρθρο του ftalphaville παρουσιάζονται ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα διαγράμματα του Richard Koo (οικονομολόγος της Nomura ο οποίος εισήγαγε τον όρο balance sheet recession εξηγώντας τη ‘χαμένη δεκαετία’ της Ιαπωνίας) για την οικονομία της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ και την καθαρή θέση των (μη χρηματοπιστωτικών) επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Από αυτά γίνεται σαφές ότι συνολικά οι δύο αυτοί τομείς (οι οποίοι αντιπροσωπεύουν πολύ μεγάλο τμήμα του εγχώριου ιδιωτικού τομέα) έχουν θετικό υπόλοιπο 9,5% του ΑΕΠ στην Ιαπωνία και 5,8% στις ΗΠΑ. Στην Ιαπωνία αυτό συμβαίνει με συσσώρευση ενεργητικού και μείωση των υποχρεώσεων (δανεισμού), ενώ στις ΗΠΑ τα νοικοκυριά ακολουθούν και αυτά την ίδια πολιτική, με τις επιχειρήσεις να έχουν θετικό υπόλοιπο αλλά με μερική επέκταση του δανεισμού τους (κάτι το οποίο οφείλεται στην καλύτερη οικονομική θέση τους, καθώς τα κέρδη έχουν ανακτήσει την ανοδική τους πορεία, τη στιγμή που οι πραγματικοί μισθοί έχουν παραμείνει στο μεγαλύτερο βαθμό στάσιμοι).
Στα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και τη θέση του εξωτερικού τομέα, η οποία είναι αρνητική στην περίπτωση της Ιαπωνίας (η χώρα συσσωρεύει πλούτο σε ξένο νόμισμα) σε μέγεθος ίσο με 3,6% του ΑΕΠ (αν και τελευταία έχει αναστραφεί) και θετική στις ΗΠΑ (εξωτερικό έλλειμμα) σε ποσοστό 3,2% του ΑΕΠ. Ένα μέρος δηλαδή της αποταμίευσης στην Ιαπωνία γίνεται σε ξένο νόμισμα ενώ το αντίθετο συμβαίνει στις ΗΠΑ (συσσωρεύουν υποχρεώσεις σε δολάρια προς τον υπόλοιπο κόσμο).
Ο Κοο χρησιμοποιεί αυτά τα μεγέθη για να καταδείξει την αναγκαιότητα των δημοσίων ελλειμμάτων (καθώς εξ’ ορισμού η αποταμίευση είναι διαρροή από τη ζήτηση στην οικονομία) σε μία επανάληψη των sectoral balances, καθώς και για να εξηγήσει την ευκολία με την οποία η Ιαπωνία συνεχίζει να ‘χρηματοδοτεί τα δημόσια ελλείμματα. Παρότι η λογική αυτή είναι ανάποδη (στην πραγματικότητα τα δημόσια ελλείμματα ‘επιτρέπουν’ την αποταμίευση), σε ένα γενικό πλαίσιο είναι αρκετά απλουστευτική και επαρκής ώστε να κάνει σαφές το γεγονός ότι, ακόμα και σε μία θεώρηση τύπου loanable funds market, η χρηματοδότηση των κρατικών ελλειμμάτων της Ιαπωνίας δεν έχει προβλήματα ζήτησης, ιδιαίτερα καθώς δεν υπάρχουν ιδιαίτερα πολλές εναλλακτικές ενεργητικού χαμηλού ρίσκου (όπως έχει δείξει η υπερ-20ετής κρίση τιμών ενεργητικού).
* Δυστυχώς δεν έχω καταφέρει να βρώ το αρχικό paper του Koo. Αν κάποιος το έχει υπόψη του θα εκτιμούσα την ενημέρωση.